Σελίδες

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Νέα δεδομένα στη διαμάχη ομολογιούχων – Τράπεζας Κύπρου


του Τάσου Τέλλογλου

 
Εξοπλισμένοι με τη μυστική εκθεση Alvarez&Marsal χιλιάδες ομολογιούχοι της Τράπεζας Κύπρου που είχαν στην κατοχή τους ομόλογα μειωμένης εξασφαλισης άληκτου κεφαλαίου (ΜΑΚ και στη συνέχεια ΜΑΕΚ) στρέφονται τώρα κατά της διοίκησής της. Εκθεση ορκωτών ελεγκτών αποδεικνύει ότι η Κύπρου είχε ταξινομήσει τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου με παραπλανητικό τρόπο. Oι ομολογιούχοι υποστηρίζουν ότι η απεικόνιση των ελληνικών ομολόγων στις λογιστικές καταστάσεις της τράπεζας έδιναν ένα δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας που στον χρόνο έκδοσης του ΜΑΕΚ το 2011 δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα.
Σε έκθεση που συντάχθηκε το προηγούμενο δίμηνο, η Alva­rez&Marsal διαπίστωσε κατ’ εντολήν της κεντρικής τράπεζας Κύπρου πως το μεγαλύτερο μέρος των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που κατείχε η Τράπεζα Κύπρου είχε ταξινομηθεί ως «διακρατούμενες αξίες μέχρι τη λήξη», ενώ έγιναν πωλήσεις πριν από τη λήξη σαν να ήταν ταξινομημένα στα «διαθέσιμα προς πώληση» στις τιμές της τρέχουσας χρηματιστηριακής αγοράς. Για να ταξινομηθούν, όμως, ως διακρατούμενες αξίες μέχρι τη λήξη, δεν θα έπρεπε να υπάρχει τιμή αγοράς (market value) και η τράπεζα θα έπρεπε να μην έχει την πρόθεση να εμπορευθεί ομόλογα στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, ουδεμία προϋπόθεση ίσχυε.
Ετσι, οι ελεγκτές υπολογίζουν ότι στις 31 Δεκεμβρίου του 2010 ο δείκτης πρωτοβάθμιων ιδίων κεφαλαίων έπρεπε να είναι 6,1% αντί 8,1%, καθώς από την αξία του χαρτοφυλακίου της Τράπεζας θα έπρεπε, κατά τη γνώμη τους, να εχουν αφαιρεθεί 529.513.000 ευρώ, προσαρμόζοντας τις τιμές των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου σε τιμές αγοράς, καθώς η τράπεζα αγόραζε και πουλούσε, κατά την Alvarez&Marsal, ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Εξι μήνες αργότερα, ο ίδιος δείκτης κυμαινόταν στο 5,1% έναντι 8% και όταν πια επιβάλλεται το «κούρεμα» 50% στο ελληνικό χρέος το φθινόπωρο του 2011, η κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζας φθάνει το 4,5% έναντι 5,8% των ιδίων κεφαλαίων της.
Τα stress tests της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής του 2010 και του 2011 έγιναν με διαφορετικά κριτήρια σε ό,τι αφορά τη λογιστική προσέγγιση των κρατικών ομολόγων που είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους οι εμπορικές τράπεζες. Το 2010 απετιμάτο το αναπόσβεστο κόστος, ενώ το 2011 ελήφθη υπ’ όψιν –έχοντας μεσολαβήσει η απόφαση των ευρωπαϊκών οργάνων για το «μικρό κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων– ο κίνδυνος αθέτησης πληρωμής του χρέους από χώρες όπως η Ελλάδα. Πάντως, τον Ιούλιο του 2011 η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή ανακοίνωνε ότι «η τράπεζα πέρασε με επιτυχία την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων» και ότι «τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν την εύρωστη χρηματοοικονομική κατάσταση της τράπεζας».
Στις 8 Δεκεμβρίου του 2011 δημοσιεύθηκαν τα αναθεωρημένα αποτελέσματα της άσκησης και η Κύπρου εμφάνισε κεφαλαιακό έλλειμμα 1,56 δισ. ευρώ. Η κεντρική τράπεζα είχε θεσπίσει τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 8% από τις αρχες του 2011. Σημειώνεται ότι αν διακυβευόταν η κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζας, τότε, σύμφωνα με τους όρους πληρωμής των ΜΑΕΚ, θα γινόταν αναστολή πληρωμής τόκων, ενώ τα ομόλογα θα μετατρέπονταν υποχρεωτικά σε μετοχές. Η τράπεζα, όμως, σημειώνει ο κ. Μ. Μαρκουλάκος, εκ των συνηγόρων των κατόχων ομολόγων, «προχώρησε στην αναστολή πληρωμής τόκων για πρώτη φορα το πρώτο εξάμηνο του 2012». Ο κ. Μαρκουλάκος παρατηρεί ότι από τα ΜΑΕΚ των 867 εκατ. ευρώ που διατέθηκαν το 2011, τα 695 εκατ. προέρχονταν από μετατροπές προηγούμενων προϊόντων (ΜΧ και ΜΑΧ) σε ΜΑΕΚ με επιπλέον επιτόκιο 1%. Ολα αυτά τα προϊόντα αποτελούσαν δανειακή υποχρέωση της τράπεζας, που ήλπιζε με την έκδοσή τους να απορροφήσει ζημίες που είχαν ήδη συντελεσθεί εξαιτίας της απομείωσης της αξίας των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου.

Πηγή:www.kathimerini.gr